Μπαχ

Μπαχ
(Bach). Επώνυμο οικογένειας μουσικών με καλλιτεχνική δραστηριότητα στη Γερμανία από τα μέσα του 16ου έως τα μέσα του 19ου αι. χωρίς διακοπή. Η πολιτιστική προσφορά της γενιάς των Μ. αποτελεί μοναδική εκπληκτική περίπτωση στην ιστορία της ανθρωπότητας. Αν αναφέρονταν όλοι οι Μ. που ενδιαφέρθηκαν για τη μουσική, θα σχηματιζόταν ένας κατάλογος με περισσότερους από πενήντα μουσικούς. Γενάρχης υπήρξε ο Χανς, που γεννήθηκε γύρω στα 1520· ο τελευταίος απόγονος, ο Βίλχελμ Φρίντριχ Ερνστ (Μπικεμπουργκ 1759 – Βερολίνο 1845), πιανίστας και συνθέτης, είχε την τύχη να ζήσει τη μεγάλη πνευματική κίνηση που προκάλεσε ο ρομαντισμός για την επανεκτίμηση της μεγαλοφυΐας του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, του ενδοξότερου της γενιάς και ενός από τους μεγαλύτερους μουσικούς όλων των εποχών. Η μουσική αποστολή των Μ. –το όνομα Γιόχαν ή Χανς υπάρχει σε όλους σχεδόν τους εκπροσώπους της οικογένειας– μεταβιβαζόμενη κληρονομικά από πατέρα σε γιο ως ηθικό καθήκον έναντι του πολιτισμού και εξελισσόμενη πάντοτε με σοβαρότητα και ζηλευτή υπερηφάνεια παρά τις αντιξοότητες των καιρών (π.χ. Τριακονταετής πόλεμος και οι λοιμοί που τον ακολούθησαν) συγκεντρώνεται στο όνομα και στο έργο του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ (βλ. λ.). Μεταξύ της αρχής και του τέλους της οικογένειας, που έγινε γνωστή αρχικά στη Θουριγκία και κατόπιν, σιγά-σιγά, στα πιο σημαντικά κέντρα της Ευρώπης, μεσολαβεί μια σειρά από εξαιρετικούς συνθέτες, τραγουδιστές, οργανίστες και δεξιοτέχνες κλαβεσέν, βιολιών, βιόλας, όμποε, οι κυριότεροι από τους οποίους είναι (κατ’ αλφαβητική σειρά): 1. Βίλχελμ Φρίντμαν (Wilhelm Friedmann, Βαϊμάρη 1710 – Βερολίνο 1784). Πρώτος γιος του Γιόχαν Σεμπάστιαν, που ονομάστηκε κατόπιν ο Μπαχ της Χάλε, εξαιτίας της μακράς του παραμονής σε αυτήν την πόλη, όπου διετέλεσε μουσικός διευθυντής. Λαμπρός συνθέτης καντατών, συμφωνιών και κοντσέρτων, σπατάλησε τα τελευταία χρόνια της άστατης ζωής του πουλώντας χειρόγραφα του πατέρα του, οικειοποιούμενος πατρική μουσική ή αποδίδοντας στον πατέρα δική του μουσική. 2. Γιόχαν Ελίας (Johann Elias, 1705 – 1755). Θεολόγος, συνθέτης και υποδειγματικός παιδαγωγός των πολλών παιδιών του Γιόχαν Σεμπάστιαν. 3. Γιόχαν Κρίστιαν (Johann Christian, Λειψία 1735 – Λονδίνο 1782). Γιος του Γιόχαν Σεμπάστιαν, από τον δεύτερο γάμο του, περισσότερο γνωστός –λόγω της μακροχρόνιας παραμονής του στο Λονδίνο, όπου πέθανε– ως ο Μπαχ του Λονδίνου. Πολυσύνθετη μορφή μουσικού, υπήρξε ο μοναδικός από τους Μ. που πραγματοποίησε το ταξίδι στην Ιταλία, που ήταν σχεδόν υποχρεωτικό για τους μουσικούς εκείνου του καιρού. Σπούδασε στην Μπολόνια με τον περίφημο Πάντρε Μαρτίνι, δάσκαλο επίσης του Μότσαρτ, και υπήρξε οργανίστας στον καθεδρικό ναό του Μιλάνου. Δεν μπόρεσε να αντισταθεί στη γοητεία του λυρικού θεάτρου και γρήγορα αναδείχτηκε ως μελοδραματικός συνθέτης με ταλέντο, στο Τορίνο, με το μελόδραμα Αρταξέρξης και στη Νεάπολη με τα μελοδράματα Ο Κάτων στην Υτίκη και Ο Αλέξανδρος στις Ινδίες. Φτάνοντας στο Λονδίνο το 1762 άσκησε κάποια επίδραση και στον νεαρό Μότσαρτ. Ακούραστος μουσικός, ίδρυσε και διηύθυνε μια εταιρεία συναυλιών και απέκτησε φήμη και κύρος σε όλη την Ευρώπη ως «μοντέρνος» συνθέτης, δηλαδή ικανός να συνδυάζει το γούστο της κομψής μουσικής με την αυστηρή αίσθηση της σύνθεσης που του είχε μεταδώσει ο πατέρας του, και να σημαδεύει το ρέοντα πλούτο της μελωδικής του φλέβας με μια ηχοχρωματική κλίμακα συχνά πρωτόφαντη. Η φήμη του οφείλεται, εκτός από τα άλλα, σε μια δωδεκάδα λυρικών έργων, 49 συμφωνίες, 37 κοντσέρτα για πιάνο και ορχήστρα, 29 κουαρτέτα και πολλές συνθέσεις για πιάνο με τέσσερα χέρια, που πρώτος αυτός επινόησε. 4. Γιόχαν Κρίστοφ (Johann Christoph, Άρνστατ 1642 – Άιζεναχ 1703). Ο σπουδαιότερος των Μ. πριν από τον Γιόχαν Σεμπάστιαν. Περιζήτητος οργανίστας, υπήρξε επίσης αυστηρός συνθέτης βιβλικών καντατών, μοτέτων και χορικών. 5. Γιόχαν Κρίστοφ (Johann Christoph, Άιζεναχ 1671 – Όρντρουφ 1721). Μεγαλύτερος αδελφός του Γιόχαν Σεμπάστιαν, του οποίου υπήρξε επίσης δάσκαλος επί πέντε και περισσότερα χρόνια. 6. Γιόχαν Κρίστοφ Φρίντριχ (Johann Christoph Friedrich, Λειψία 1732 – Μπίκεμπουργκ 1795). Ένατος γιος του Γιόχαν Σεμπάστιαν, από τον δεύτερο γάμο του, τέλειος γνώστης των κανόνων της μουσικής τέχνης, επονομάστηκε ο Μπαχ του Μπίκεμπουργκ, από την πόλη όπου εργάστηκε πολλά χρόνια επηρεασμένος από την ποίηση του Γιόχαν Γκότφριντ Χέρντερ. Ευαίσθητος στην ανάγκη να μεταφερθούν και στη μουσική οι απαιτήσεις μιας καινούργιας πνευματικής κίνησης, παρουσίασε στην εξέλιξή του ως συνθέτη δυο φάσεις: στην πρώτη επηρεάστηκε από το ύφος της ιταλικής φωνητικής μουσικής· στη δεύτερη, ιδιαίτερα πλούσια σε οργανική μουσική, παρουσίασε σημεία επηρεασμού από τη δραστηριότητα του Γιόχαν Κρίστιαν, του μικρότερου αδελφού του. 7. Γιόχαν Νικολάους (Johann Nikolaus, 1699 – 1753). Τέλειος κάτοχος της κατασκευής εκκλησιαστικών οργάνων, εφευρέτης του λαούτου με ταστιέρα και συνθέτης κάθε είδους μουσικής. 8. Καρλ Φίλιπ Εμάνουελ (Karl Philipp Emanuel, Βαϊμάρη 1714 – Χάμπουργκ 1788). Δεύτερος γιος του Γιόχαν Σεμπάστιαν, καλλιεργημένος μουσικός και συνθέτης, ευαίσθητος στα νέα φιλοσοφικά και αισθητικά ρεύματα που διαδίδονταν στο Βερολίνο από τον Φρίντριχ Γκότλιμπ Κλόπστοκ. Υπήρξε Kantor (επιμελητής μουσικής) στις κυριότερες εκκλησίες του Αμβούργου, κλαβεσενίστας στην αυλή του Φρειδερίκου B’ της Πρωσίας. Για τις δύο αυτές σημαντικές θέσεις του επονομάστηκε κατόπιν ο Μπαχ του Βερολίνου και ο Μπαχ του Αμβούργου. Έγραψε εκτός από πολλή μουσική, μια ιστορία της οικογένειάς του, μια αυτοβιογραφία, μια πραγματεία για το κλαβεσέν, το προτιμώμενο όργανό του, η οποία –μαζί με περισσότερες από διακόσιες συνθέσεις– διατηρεί ακόμα και σήμερα την αξία ενός συνόλου διδακτικής γνώσης και επινοητικού ζήλου. 9. Μαρία Μπάρμπαρα (Maria Barbara, 1684 – 1720). Εξαδέλφη και πρώτη σύζυγος του Γιόχαν Σεμπάστιαν, γυναίκα με εξαιρετική μουσική ευαισθησία στην οποία δεν υστέρησε ούτε η δεύτερη σύζυγος του Μπαχ, Άννα Μαγκνταλένα Βίλκεν, που –με την πείρα της στο τραγούδι– υπήρξε ένα από τα λίγα πρόσωπα που αντιλήφθηκαν τη μεγαλοφυΐα του συνθέτη. Το εκκλησιαστικό όργανο του μεγάλου Γερμανού συνθέτη Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, στο Άρνστατ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Μπαχ, Γιόχαν Σεμπάστιαν — (Johann Sebastian Bach, Άιζεναχ, 1685 – Λειψία 1750). Ήταν το τελευταίο από τα έξι παιδιά του Αμπρόζιους Μπαχ, μoυσικoύ factotum της μικρής πόλης, από τον οποίο έμαθε, στα πρώτα χρόνια της παιδικής του ηλικίας, να παίζει βιολί. Με τον θάνατο της… …   Dictionary of Greek

  • Μπαχ, Αλεξέι Νικολάγεβιτς — (Τσολοτονόσκε 1857 – Μόσχα 1946). Ρώσος χημικός, ιδρυτής της σοβιετικής βιοχημικής σχολής. Το 1875 μπήκε στο Πανεπιστήμιο του Κιέβου, αλλά το 1878 αποβλήθηκε και εξορίστηκε για τρία χρόνια, για τη συμμετοχή του σε πολιτικές εκδηλώσεις των… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Χέντελ, Γκέοργκ Φρίντριχ — (Hδndel, Χάλε επί του Ζάαλε 1685 – Λονδίνο 1759). Γερμανός συνθέτης. Σύγχρονος του Μπαχ, αλλά αναθρεμμένος μέσα σε μια οικογένεια χωρίς μουσικά ενδιαφέροντα και μάλιστα εχθρική προς τη μουσική, ο X. θεωρείται συχνά ως ο μουσικός που συμπληρώνει… …   Dictionary of Greek

  • μουσική — Αρχαιότατες είναι οι μαρτυρίες για τη μουσική εμπειρία. Οι πιο μακρινές ανάγονται στον αιγυπτιακό πολιτισμό, που ήδη τον 4o αι. π.Χ. παρουσίαζε αφθονία πνευστών οργάνων (αυλοί και σάλπιγγες) και έγχορδων (άρπες). Στα αρχαία ινδικά κείμενα (Βέδες) …   Dictionary of Greek

  • Φρεσκομπάλντι, Τζιρόλαμο — (Frescobaldi, Φεράρα 1583 – Ρώμη 1643). Ιταλός συνθέτης και οργανοπαίκτης. Το εν διαφέρον για τον μεγάλο αυτό μουσικό εκδηλώθηκε μόλις τελευταία, έτσι ώστε και από την άποψη αυτή η ιδιωτική και καλλιτεχνική ζωή του Φ. να φαίνεται ότι μοιάζουν με… …   Dictionary of Greek

  • Ντιφούρκ, Νορμπέρ — (Norbert Dufourcq, Σεν Ζαν ντε Μπρε, Λουάρ 1904 –). Γάλλος μουσικολόγος και οργανίστας. Αφού τελείωσε τις σπουδές του φιλολογίας και παλαιογραφίας, κατέλαβε το 1941 την έδρα της Ιστορίας της μουσικής στο Ωδείο του Παρισιού. Διευθύνει επίσης μια… …   Dictionary of Greek

  • Σβάιτσερ, Αλμπερτ — (Schweitzer). Γερμανός θεολόγος, γιατρός, μουσικός και μουσικολόγος (Κάυζερσμπεργκ, Αλσατία 1875 Λαμπαρενέ, Γκαμπόν 1965). Προτεστάντης ιεροκήρυκας (1899 1912) και απόφοιτος της προτεσταντικής θεολογικής σχολής του Στρασβούργου (1902 1912),… …   Dictionary of Greek

  • Χίντεμιτ, Πάουλ — (Hindemith, Χανάου 1895 – Φρανκφούρτη 1963). Γερμανός συνθέτης, εκτελεστής και διευθυντής ορχήστρας. Αξιόλογος δεξιοτέχνης του βιολιού· από την ηλικία των 13 χρόνων και διευθυντής ορχήστρας στα 20 του χρόνια, ο X. πλούτιζε διαρκώς την… …   Dictionary of Greek

  • αντίστιξη — Μέρος της μουσικής θεωρίας, που καθορίζει τους κανόνες συνδυασμών δύο ή περισσότερων μελωδιών και μελετά τις δυνατότητες υπέρθεσης διαφόρων μελωδικών γραμμών στην οριζόντιά τους ανάπτυξη και σε σχέση με τη θέση του ενός φθόγγου προς τον άλλο. Η… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”